Ο πρωθυπουργός θα ζητήσει συναίνεση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Και πράγματι, χωρίς στοιχειώδη συναίνεση θα είναι δύσκολο να γίνουν πράξη όλες οι μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που απαιτούνται και από το Μνημόνιο αλλά και -το κυριότερο- την κοινή λογική. Ο κ. Σαμαράς θα κάνει τους υπολογισμούς του και θα αποφασίσει ποια γραμμή θα ακολουθήσει. Οι σοβαροί άνθρωποι ελπίζουν, ακόμη, ότι δεν θα υιοθετήσει τη γραμμή εκείνων που θέλουν να κρεμάσουν έξω από τη Ρηγίλλης ένα τεράστιο πανό που θα γράφει «IMF GO HOME», και θα στηρίξει κρίσιμες δυσάρεστες μεταρρυθμίσεις.
Ο κ. Παπανδρέου θα μπορούσε να γίνει πολύ πιο πειστικός όταν θα προτείνει συναίνεση, αν κάνει με τρόπο ηχηρό και εμφανή την αυτοκριτική του και για τα προπατορικά αμαρτήματα της παράταξής του και για τα δικά του ατοπήματα ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ακούγεται τραβηγμένο και είμαι σίγουρος ότι θα έχουν ήδη σηκωθεί οι τρίχες των μαλλιών των συμβούλων του, αν εκ παραδρομής διαβάζουν αυτές τις γραμμές. Θα γύριζε όμως πραγματικά σελίδα στο επίπεδο του δημοσίου διαλόγου.
Σκεφθείτε, λοιπόν, τον κ. Παπανδρέου να σηκώνεται στο βήμα της Βουλής και να μιλάει σταράτα: «Κύριε Σαμαρά, ξέρω πόσο δύσκολο είναι για εσάς να πάτε κόντρα στους κομματικούς σας παράγοντες, τους παραταξιακούς συνδικαλιστές κ. λπ., να στηρίξετε επώδυνες τομές και αλλαγές και να κατεβάσετε την αντιμνημονιακή σημαία. Δυστυχώς κι εγώ, όταν βρισκόμουν στη δική σας θέση, έκανα ακριβώς τα ίδια λάθη. Πρότεινα στους βουλευτές μου να περικυκλώσουμε το Ελληνικό αν ήταν να κτισθεί έστω κι ένα στρέμμα, κατέβηκα στους δρόμους για το σχέδιο αναδιοργάνωσης του ΟΣΕ και αντιστάθηκα στην αλλαγή των κανονισμών εργασίας στις ΔΕΚΟ. Ηταν λάθος μου και δυστυχώς τυφλώθηκα κι εγώ από τον φόβο του πολιτικού κόστους, τις πιέσεις των δικών μας συντεχνιών, με αποκορύφωμα την αντίθεσή μου στην αλλαγή του άρθρου του Συντάγματος για τα ιδιωτικά ή μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια. Είναι, συνεπώς, δύσκολο να σας ζητήσω τώρα να κάνετε ό,τι δεν έκανα εγώ στη θέση σας. Η χώρα, όμως, βρίσκεται στο χείλος της χρεοκοπίας και δεν αντέχει να την κυβερνάει ο φόβος του πολιτικού κόστους και οι συντεχνίες. Και εγώ αναγκάζομαι να πάρω δύσκολες και δυσάρεστες αποφάσεις που θα μου ήταν αδιανόητες πριν από δύο χρόνια. Πρέπει να αλλάξουμε, και θα βοηθήσει πολύ αν η μείζων, τουλάχιστον, αντιπολίτευση εγκαταλείψει το μοντέλο που κι εγώ ακολούθησα. Χρειάζεται η δυναμική αντιπολίτευση, αλλά απαιτείται πρώτον συναίνεση σε μερικές μίνιμουμ μεταρρυθμίσεις και δεύτερον να προετοιμάζεται σοβαρά για την ανάληψη της εξουσίας, με νούμερα, σχέδια, επαγγελματίες συμβούλους».
Σκεφθείτε ο κ. Παπανδρέου να κατέληγε και με μια ιστορική αυτοκριτική, να έλεγε δηλαδή: «Σας έχω επανειλημμένα πει ότι η ευθύνη του Κώστα Καραμανλή είναι τεράστια, και επιμένω. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να παραδεχθώ ότι όλοι μας φταίξαμε· δεν φτάσαμε έως εδώ μόνο λόγω των κυβερνήσεων Καραμανλή. Και η δική μας παράταξη λαΐκισε, εξέθρεψε ένα πελατειακό σύστημα, επέτρεψε στις συντεχνίες να συνδιοικούν τις ΔΕΚΟ, ανέχθηκε τη διαφθορά και έμπλεξε το κόμμα με τη διοίκηση. Εχουμε, λοιπόν, το δικό μας μερίδιο ευθύνης και γι’ αυτό πιστεύω ότι ο κόσμος μάς τιμώρησε το 2004 και ζήτησε κάτι καινούργιο, το οποίο ο κ. Καραμανλής εξέφρασε αρχικώς, αλλά ουδέποτε τόλμησε στην πράξη. Εχουμε, λοιπόν, όλοι ευθύνες αλλά σημασία έχει τώρα να σωθεί η χώρα».
Ξέρω ότι μια τέτοια ομιλία θα καθιστούσε πολύ πιο πειστική κάθε πρόταση συναίνεσης. Ξέρω, όμως, επίσης πολύ καλά ότι προσωπικοί και κομματικοί εγωισμοί καθιστούν μάλλον απίθανο να την ακούσουμε ποτέ...