Παρασκευή

Ζει η 26η Οκτωβρίου;


Άρθρο του Γεώργιου Π. Μαλούχου για το "ΒΗΜΑ"

Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες. Το οικοδόμημα τρίζει συθέμελα και οι τριγμοί του δεν μπορούν άλλο να κρυφτούν πίσω απ’ την «κακή» Ελλάδα, η οποία, με τα όσα συμβαίνουν, έχει πλέον περάσει σε τρίτο αν όχι σε τέταρτο επίπεδο στη διεθνή συζήτηση.

Το -ψυχολογικό- σοκ της ξαφνικής γερμανικής αδυναμίας δανεισμού ήταν τεράστιο, οι «αγορές» βγάζουν δόντια και κραυγές, οι χώρες και οι κοινωνίες ουρλιαχτά, οι θεσμικοί παράγοντες της Ε.Ε. ψελλίζουν «ευρωομόλογο», το Βερολίνο μόνο που δεν τους δέρνει, η «τριμερής» Μέρκελ – Σαρκοζί – Μόντι ήταν μια πλήρης απογοήτευση, οι υποβαθμίσεις απειλούν και άλλες χώρες που μέχρι χθες ήταν «καλά παιδιά», ενώ η Γερμανία, σύροντας μαζί της και τη Γαλλία, έχει το μυαλό της καρφωμένο μόνον στο πώς θα αλλάξει τις ευρωπαικές συνθήκες για να αποκομίσει τα δικά της οφέλη, προκαλώντας ήδη έντονες αντιδράσεις που θα κορυφωθούν τον επόμενο μήνα, όταν το σχέδιο φτάσει στη Σύνοδο Κορυφής.

Μέσα σε αυτό το… ειδυλλιακό περιβάλλον, πρέπει κανείς να αναρωτηθεί πλέον πολύ σοβαρά αν η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου «ζει» ακόμα, ή, αν, αντιθέτως, έχει ήδη την τύχη που γνώρισε ξαφνικά μέσα σε ένα βράδυ και η προκάτοχός της συμφωνία της 21ης Ιουλίου.

Τα κενά στο πρόγραμμα PSI είναι δεδομένα. Τα αποτελέσματα στους ελληνικούς δείκτες, αποκαρδιωτικά. Η αύξηση της έντασης του ευρύτερου προβλήματος έχει κάνει φανερό ότι η 26η δεν αποτελεί πλέον λύση, υπό την έννοια του συνολικού κατευνασμού πια της κατάστασης, αφού το πρόβλημα ξέφυγε, ακόμα κι αν για την Ελλάδα η εν λόγω συμφωνία μπορούσε να κάνει κάτι.

Το κυριότερο όμως είναι ότι δεν υπάρχει η παραμικρή εγγύηση ότι το πρόγραμμα θα γίνει τελικά δεκτό, υπό το βάρος των ευρύτερων δυσμενών εξελίξεων, από όλα τα μέρη που πρέπει να το υιοθετήσουν για να τεθεί σε εφαρμογή. Το ακριβώς αντίθετο φαίνεται να έχουμε μπροστά μας.

Ετσι, αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, δεν μπορούμε παρά να δούμε καθαρά ότι, δυστυχώς, το αδιέξοδο, είναι πλέον κάτι παραπάνω από ορατό. Είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένο, ασχέτως αν η ελληνική κυβέρνηση δεν πρέπει και δεν μπορεί να δεχθεί κάτι τέτοιο.

Η γερμανική πολιτική έχει επιλέξει ένα δρόμο που αρχίζει πια να μην έχει γυρισμό.

Το Βερολίνο επιμένει αυτιστικά και ηγεμονικά αμετακίνητο στο «όλα ή τίποτα» και η ζυγαριά δείχνει να κλείνει πια στο «τίποτα». Όμως οι Γερμανοί δεν σκέπτονται έτσι.

Και είναι φανερό πια σε όλους, ότι θα φτάσουν μέχρι το τέλος. Και το τέλος θα είναι, πιθανότατα, η στιγμή που, υπό το κράτος του γενικευμένου πλέον πανικού, θα επιχειρήσουν να ανταλλάξουν βίαια και εκβιαστικά την απελευθέρωση κάποιας μορφής χρηματοδότηση με την πλήρη θεσμική ανατροπή του συνόλου του ευρωπαικού οικοδομήματος, κάτι που εμείς εδώ εξακολουθούμε να μην παίρνουμε στα σοβαρά, ενώ, αντίθετα, αυτός πλέον είναι ο επίσημα εκπεφρασμένος στόχος της γερμανικής ατζέντας.

Όμως ο δρόμος αυτός, είναι αδιέξοδος. Αλλωστε, οι ευρωπαικές χώρες, πριν κληθούν να δώσουν «γη και ύδωρ» στους Γερμανούς για να «σωθούν», είναι βέβαιο ότι θα αντιληφθούν ότι το ίδιο λάθος το διέπραξαν, έστω και σε μικρότερο βαθμό, πριν από μερικούς μήνες: όταν άκριτα και επιπόλαια δέχθηκαν να ψηφίσουν τη θέσπιση του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας που και πάλι επέβαλλε η Γερμανία στη Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου αυτού του έτους.

Συμφώνου που ουσιαστικά αντικαθιστά το παλιό Σύμφωνο Σταθερότητας με πρόνοιες κατά πολύ σκληρότερες και δεσμευτικότερες εκείνου, που όχι μόνον δεν απελευθερώνει δυνάμεις και εργαλεία δράσης απέναντι στην κρίση, αλλά, αντιθέτως, τα περιστέλλει ακόμα περισσότερο.

Ισως, και πάλι υπό το βάρος της πίεσης, τότε δεν κατάλαβαν τι ακριβώς έκαναν και πόσο μεγάλη σημασία είχε η εν λευκώ υπογραφή τους που με τέτοια προθυμία δόθηκε.

Τότε, άλλωστε, η Γερμανία δεν είχε ρίξει ακόμα στο τραπέζι τις πραγματικές προθέσεις της για το νέο θεσμικό οικοδόμημα, κάτι που έχει γίνει σήμερα, προκαλώντας τον τρόμο όχι σε απειλούμενες χώρες, αλλά ακόμα και σε κράτη που στέκουν μια χαρά δημοσιονομικά – μέχρι και από το Λουξεμβούργο υπήρξαν χθες οξύτατες αντιδράσεις…

Ολοι βλέπουν πλέον ότι, με ευρωπαικά μέτρα και κριτήρια, ο δρόμος αυτός δεν οδηγεί πουθενά παρά μόνο στον γκρεμό. Και, γι αυτό, μιλούν ακόμα για «λάθη», για «ανικανότητες» και για διάφορα συναφή, που ουδεμία σχέση έχουν με τον πυρήνα της ζοφερής πραγματικότητας.

Δυστυχώς, δυσκολεύονται ακόμα να συνειδητοποιήσουν το απόλυτα προφανές: ότι με γερμανικά κριτήρια, ο δρόμος αυτός, οδηγεί κάπου – ή, τουλάχιστον, ότι αυτό πιστεύει το Βερολίνο. Και πράγματι οδηγεί: απλώς, οδηγεί κάπου αλλού…

Πηγή : www.tovima.gr

Ποιοι μας τιμούν και που...