Κυριακή

Ζητείται ηγεσία για την Ελλάδα

Του Nικου Mαραντζιδη*
Στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας, η πολιτική οικογένεια των Παπανδρέου συνδέθηκε με ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο, με απογοητεύσεις, αλλά κυρίως με θεσμικές κρίσεις και χειρισμούς που δίχασαν, κατ’ επανάληψη, τη χώρα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου με την κρίση των Ιουλιανών του 1965· ο Ανδρέας με τις συνταγματικές ακρότητες του 1985 και ο σημερινός πρωθυπουργός με την επιλογή του για το δημοψήφισμα, που οδήγησε στον διεθνή εξευτελισμό της Ελλάδας. Σε καθένα από τα παραπάνω γεγονότα, το προσωπικό στίγμα των Παπανδρέου είναι κάτι παραπάνω από εμφανές. Πρόκειται άραγε για σύμπτωση ή είναι το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης αντίληψης για τη διακυβέρνηση; Το δεύτερο δείχνει να είναι και προφανές.


Ορισμένοι θεωρούν υπεύθυνη, για τη ροπή των Παπανδρέου στις θεσμικές ακροβασίες και τα ταχυδακτυλουργικά κόλπα, τη ναρκισσιστική πτυχή της προσωπικότητάς τους. Δείχνουν, είναι αλήθεια, πως μπροστά στην ικανοποίηση του εγώ τους και των επιδιώξεών τους οι θεσμοί να περνούν σε δεύτερη μοίρα. Ο Ανδρέας, το είχε θεωρητικοποιήσει αυτό, δηλώνοντας πως «δεν υπάρχουν θεσμοί, μόνο ο λαός». Πρόκειται για μια άλλη εκδοχή του το «κράτος είμαι εγώ».
Μια, επιπλέον, εξήγηση, μπορεί να αναζητηθεί στην πολιτική κουλτούρα της ελληνικής κοινωνίας, που θαμπώνεται συχνά από υποτιθέμενους χαρισματικούς ηγέτες, που στην πραγματικότητα μοιάζουν περισσότερο με ντίβες της όπερας ή με πρωταγωνιστές μελοδραμάτων, παρά με υπεύθυνους ηγέτες.
Το πρόβλημα, βέβαια, με τις θεαματικές πολιτικές κινήσεις και τα διάφορα «τρικ» είναι πάντα το ίδιο: οι ηγέτες υπερτιμούν τις δυνατότητές τους να διαχειριστούν και να ελέγξουν σύνθετες καταστάσεις που τελικά αποδεικνύεται πως έχουν απρόβλεπτη δυναμική. Υποτιμούν, επίσης, την εκδικητική μανία των κακοποιημένων θεσμών, και εντέλει τη ζημία που προκαλούν στη χώρα. Αυτή η θεσμική κακοποίηση, είναι που, ανάμεσα στα άλλα, ενέτεινε την έλλειψη εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Το αίσθημα πως οι πολιτικοί, με τα «είπα-ξείπα» και τις μπλόφες τους τον κοροϊδεύουν αποτέλεσε την ηθική αιτιολογία της πρόσφατης οργής του ελληνικού λαού.
Σήμερα, η δημοκρατία μας βιώνει μια κατάσταση αδιεξόδου: ουδέποτε στη μεταπολίτευση κυβέρνηση αντιμετώπισε τέτοιας έντασης αποδοκιμασία από τους πολίτες. Ποτέ άλλοτε, πρωθυπουργός δεν είδε τη δημοτικότητά του να συνθλίβεται τόσο σύντομα από τα προβλήματα, αλλά κυρίως από τις δικές του αστοχίες και επιπολαιότητες. Ποτέ άλλοτε, η λέξη Ελλάδα δεν προξενούσε τόσες αρνητικές σκέψεις διεθνώς.
Πολλά χρόνια ανεύθυνης διακυβέρνησης και λαϊκιστικής ρητορικής από κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις από κοινού οδήγησαν τα πράγματα σε μια κατάσταση που εξελίσσεται δυναμικά σε κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος, που υποσκάπτει ραγδαία το σύνολο των προσώπων και των θεσμών που σχετίζονται με αυτό. Η κρίση εξωτερικεύτηκε από την πλευρά της κοινωνίας με ψυχολογία όχλου, μηδενιστική φιλοσοφία και βίαιη συμπεριφορά. Η απόλυτη ένδειξη της κρίσης νομιμοποίησης είναι η αδυναμία του κράτους να επιβάλει τον νόμο και την τάξη. Η τηλεοπτική αναμετάδοση ανακυκλώνει και βαθαίνει το πρόβλημα. Καθώς οι εικόνες κατακραυγής εναντίον των πολιτικών κατέλαβαν ολοένα και περισσότερο χρόνο στα δελτία ειδήσεων, το γιουχάισμα και η μούντζα αναβαθμίστηκαν σε ένα είδος λαϊκής «αγωγής του πολίτη». Οι πολίτες μετατράπηκαν σε κανιβαλικά ανορθολογικά υποκείμενα, έρμαια του θυμικού τους.
Η κρίση νομιμοποίησης συνδέεται άμεσα με την ακυβερνησία που βιώνουμε. Στην πραγματικότητα εδώ και μερικούς μήνες, η κυβέρνηση σπαρασσόμενη από αντιτιθέμενες απόψεις, μη πιστεύοντας στη δική της πολιτική και αισθανόμενη πίεση από την κοινή γνώμη, αποδείχθηκε αδύναμη να κυβερνήσει έστω και στοιχειωδώς. Τώρα το καζάνι έσκασε με απρόβλεπτες συνέπειες για όλους μας σε αυτή τη χώρα.
Το αδιέξοδο τροφοδοτεί η έλλειψη θεσμικών αντίβαρων. Η υποταγή των θεσμών της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας στην πρωθυπουργοκεντρική εξουσία μεγεθύνει το πρόβλημα, καθώς η λειτουργία των θεσμών εξαρτάται ουσιαστικά από τον χαρακτήρα, τις ικανότητες και τις επιλογές ενός, ουσιαστικά, προσώπου. Δυστυχώς, το Σύνταγμά μας αποδεικνύεται ο χειρότερος ελληνικός νόμος.
Προκειμένου να κερδίσει λίγο χρόνο στην εξουσία και να ενισχύσει την πληγωμένη του εικόνα, ο πρωθυπουργός, πήρε ένα εξωφρενικό και αψυχολόγητο ρίσκο μέσω ενός θεσμικού τεχνάσματος. Το σάλτο του αποδείχθηκε, πραγματικά σάλτο μορτάλε. Η πολιτική ηγεσία της χώρας εξευτελίστηκε διεθνώς και συμπαρέσυρε την πατρίδα στο χάος. Η Ελλάδα μπήκε στη ζώνη της απόλυτης αβεβαιότητας. Κι όμως την ώρα, που η χώρα ψυχορραγεί, τα πολιτικάντικα παιχνίδια συνεχίζονται, τόσο από όλες τις πλευρές του κομματικού φάσματος. Κάποιοι πρέπει να σταματήσουν αυτόν τον κατήφορο.
Περισσότερο από ποτέ άλλοτε στη μεταπολίτευση, επείγει σήμερα, που βουλιάζουμε, να αναδειχθεί μια αξιόπιστη και μακράς πνοής ηγεσία, την οποία η ελληνική κοινωνία θα μπορεί να εμπιστευθεί και να ενστερνιστεί το όραμά της για τη χώρα. Καμιά προοπτική δεν μπορεί να οικοδομηθεί όταν οι πολιτικές ηγεσίες συμπεριφέρονται ως ιδιοκτήτες πολιτικών θώκων ή αμοραλιστές θεσηθήρες διψασμένοι για εξουσία. Περισσότερο από «παπατζήδες» και ανεύθυνους δημαγωγούς, η Ελλάδα ζητεί σήμερα, επιτακτικά, να εμπιστευθεί ηγέτες που να βάζουν τη χώρα πάνω από το εγώ τους.
*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Ποιοι μας τιμούν και που...