Άρθρο του Νίκου Μπίστη για το protagon.gr
Κάποιοι θα έχετε δει το κλασσικό σοβιετικό αντιφασιστικό ντοκιμαντέρ του Ρωσοεβραίου σκηνοθέτη Μιχαήλ Ρομ «ο Αληθινός φασισμός» που γυρίστηκε το 1965 και επανακυκλοφόρησε στις αθηναϊκές αίθουσες πέρυσι τον Μάιο. Ο πρωτότυπος και πιο πιστός στις προθέσεις του δημιουργού τίτλος είναι « ο Καθημερινός Φασισμός» και μέσα από ένα πανέξυπνο όσο και «πονηρό» μοντάζ αναδεικνύει το ψυχολογικό πορτρέτο του ναζισμού, πως δηλαδή αρχικά έγινε ανεκτός και μετά κυριάρχησε στις μάζες των μικροαστών, των φιλήσυχων ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Πολλοί εφησυχάζουν επειδή «η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται». Πράγματι με τον ίδιο και απαράλλακτο τρόπο δεν επαναλαμβάνεται. Όποιος όμως δεν προσέχει τα διδάγματα της Ιστορίας είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Ίσως όχι με τον ίδιο και απαράλλακτο τρόπο, με τα ίδια γεγονότα και τους ίδιους θύτες και θύματα μια και η Ιστορία δεν γράφεται με φωτοτυπίες. Όμως όποιος νομίζει ότι ξεμπέρδεψε με το «αυγό του φιδιού» και ότι η δημοκρατία στην Ευρώπη και στην χώρα μας είναι στο διηνεκές θωρακισμένη υποτιμά την δύναμη της ανθρώπινης αυτοκαταστροφικής βλακείας. Που σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης όπως είναι η παρούσα απογειώνεται. Ναι, η δημοκρατία στην ΕΕ δεν θα έχει την τύχη της Βαϊμάρης αλλά ποιος έχει την πολυτέλεια να κλείνει τα μάτια σε ανησυχητικές ομοιότητες;
Ο ρατσισμός στην πολυμορφία του είναι υποσύνολο και συστατικό στοιχείο του φασισμού. Με μια διαφορά. Δεν αποτελεί πολιτικό ιό που αναπτύσσεται μόνο σε ακροδεξιούς και φασιστικούς οργανισμούς. Προσβάλλει και άλλους κατ’ όνομα και κατά δήλωσή τους μη έχοντες ευθεία σχέση με τον φασισμό. Να το πω αλλιώς: ο φασίστας είναι υποχρεωτικά και ρατσιστής, ο ρατσιστής δεν είναι υποχρεωτικά πολιτογραφημένος φασίστας. Αντιθέτως μπορεί να θεωρεί εαυτόν προοδευτικό και ταυτοχρόνως υπέρμετρα πατριώτη. Είναι η περίπτωση του Γιάννη Δημαρά που οργισμένος από την απόπειρα τοποθέτησης επιτρόπου προέβη σε μια ταραγμένη και κάπως ασυνάρτητη δήλωση όπου από τον Πλάτωνα και το μεγαλείο της Ελλάδας πετάχτηκε στον «γερμανικό εθνικοσοσιαλιστικό καπιταλισμό», τον κατά Δημαρά υπαίτιο της κρίσης. Τέλος αφού καταγγέλλει τους επίγονους του Αδόλφου Χίτλερ καταλήγει με το «επιστημονικό» απόφθεγμα που θα προσυπέγραφε υπερήφανος και δακρυσμένος ο Αδόλφος διαπιστώνοντας την αντοχή των εθνοφυλετικών του θεωριών: «Στην χώρα μου οφείλετε το γεγονός ότι από άγριοι και απολίτιστοι Γότθοι μετατραπήκατε σε συντεταγμένο έθνος, μόνο που όπως φαίνεται η πρώτη σας ιδιότητα είναι γονιδιακή και δεν σας εγκαταλείπει.» Εντάξει, λίγοι θα προσυπογράφουν αυτό το…. πράγμα. Πόσοι όμως τρανοί δημοσιογράφοι, αναλυτές και αγωνιστές δεν μπήκαν στον πειρασμό να συγκρίνουν την σημερινή δημοκρατική Γερμανία με τους ναζί δηλητηριάζοντας τους πολίτες της διπλανής πόρτας που ψάχνουν βολικό στερεότυπο για να του φορτώσουν την κακοδαιμονία τους; Είναι ένας light καθημερινός ρατσισμός που λειτουργεί υποδόρια, σχεδόν ανεπαίσθητα.
Ας πάμε και σε δυο άλλα παραδείγματα. Το ένα είναι ο ορισμός της φασιστικής βίας και του ρατσιστικού οργίου. Το Σάββατο το βράδυ, μετά την διαδήλωση τους για τα Ίμια, Χρυσαυγίτες πήγαν στο Μετρό και ξυλοκόπησαν μετανάστες και όσους Έλληνες πολίτες είχαν το θάρρος να διαμαρτυρηθούν. Είναι η γνωστή πρακτική των Sturmabteilung, των SA, δηλαδή των ναζιστικών Ταγμάτων Εφόδου. Δέρνουν, τρομοκρατούν, και μένουν ατιμώρητοι. Έστειλαν στο νοσοκομείο ένα Πακιστανό και ένα Κύπριο που προφανώς ήταν μαυριδερός. Εδώ δεν υπάρχει δεύτερη σκέψη και οι Γερμανοί που έχουν ζήσει το φαινόμενο και ως θύτες και ως θύματα δείχνουν το δρόμο: Δεν απαγορεύουν τα ακροδεξιά κόμματα αλλά μόλις εντοπιστεί κρούσμα φυλετικής (και όχι μόνο) βίας η αντίδραση είναι άμεση και σκληρή όπως ορίζει ο νόμος. Όσοι βιοπραγούν κατά μεταναστών( συνήθως Ελλήνων και Τούρκων) περνάνε χρόνια στην φυλακή και έτσι η κακή συνήθεια δεν καθίσταται μεταδοτική. Αν αναφέρω το γεγονός είναι γιατί πέραν της αστυνομικής απάθειας (μερικοί μιλάνε για αγαστή συνεργασία τμήματος της αστυνομίας με τους ακροδεξιούς) δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια μας και στην απάθεια μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Δεν εξεγείρονται απέναντι στην ρατσιστική βία γιατί έχουν τρομοκρατηθεί από την έκταση του μεταναστευτικού ρεύματος και της εγκληματικότητας που ένα μέρος της οφείλεται στους μετανάστες. Ενώ το φαινόμενο και της ανεργίας και της εγκληματικότητας είναι σύνθετο και με πολλαπλές αιτίες οι ακροδεξιοί όλων των πολιτικών χώρων το περιορίζουν στους μετανάστες. Ανάμεσα στην αφελή «αριστερή» προσέγγιση για «νομιμοποίηση όλων των μεταναστών» και στην εθνοφυλετική βία των «καθαρών Ελλήνων» υπάρχει ο δύσκολος δρόμος μιας ευρωπαικής λύσης που θα ισομοιράζει το πρόβλημα και θα θέτει λογικούς περιορισμούς στην μετανάστευση. Επιβάλλεται να ανοίξουμε μια συζήτηση πάνω στο θέμα, αυτό που δεν επιτρέπεται να ανεχθούμε είναι επανάληψη φαινομένων βίας, καθημερινού φασισμού και ρατσισμού βαρέων βαρών. Θα είναι ασυγχώρητη βλακεία από μέρους μας.
Το τρίτο παράδειγμα αναφέρεται στον «κουτοπόνηρο» θεσμικό ρατσισμό της πολιτείας και της εκκλησίας απέναντι στους αλλόθρησκους και ιδιαιτέρως τους μουσουλμάνους. Και εδώ υπάρχει ένα υπόστρωμα κοινωνικής ανοχής στην συμπεριφορά της Πολιτείας. Πρέπει όμως να το πάρουν απόφαση: Η Αθήνα είναι και θα είναι και στο μέλλον- όσο και να κτυπιούνται κάτω ορισμένοι- μια πολυπολιτισμική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα . Είναι ντροπή το γεγονός ότι είναι η μόνη που δεν έχει τζαμί. «Μα το έχουμε αποφασίσει» κρυφογελάνε Πολιτεία και Εκκλησία. Και γιατί δεν προχωράει τίποτε; Η υπόθεση ξεσκάλωσε από το Υπουργείο Παιδείας εδώ και καιρό. Που σκάλωσε πάλι; Στο ΛΑΟΣ που μετέχει στην κυβέρνηση και μπορεί να αποδειχθεί σε χρήσιμο άλλοθι για να κρυφτούν από πίσω του όσοι νομίζουν ότι έτσι αγοράζουν χρόνο; Πολύ πιθανό. Οι εκκλησίες, τα τζαμιά, οι συναγωγές και οι βουδιστικοί ναοί προσωπικά με ενδιαφέρουν ως μνημεία του ανθρώπινου πολιτισμού. Σέβομαι τον φιλήσυχο πολίτη της διπλανής πόρτας που τα χρησιμοποιεί ως τόπο λατρείας, αρκεί να μην απαιτεί αποκλειστικότητες. Γιατί ο φονταμενταλισμός είναι εξ ίσου βλακώδης με τον ρατσισμό. Μάλλον είναι μια μορφή ρατσισμού.
Πηγή : protagon.gr