Τετάρτη

Στην Ελλάδα πορευόμαστε με τις φωτεινές εξαιρέσεις



Από: news.kathimerini.gr

Σε μια χώρα χωρίς θεσμούς και υποδομές
είναι αυτονόητο ότι όλα δουλεύουν στην τύχη

Της Ολγας Σελλα

Πριν από λίγα, ελάχιστα χρόνια, τα πολιτιστικά φεστιβάλ ήταν περισσότερα από τις ομπρέλες της παραλίας τα καλοκαίρια. Αλλα από αυτά είχαν έρεισμα, είχαν ανθρώπους εμπνευσμένους να τα «τρέχουν», γι’ αυτό και είχαν συνέχεια. Αλλα ήταν απλώς μια πρόχειρη διοργάνωση του δήμου της περιοχής, που «έκλεινε» μεγάλα ονόματα -κυρίως από τον χώρο της μουσικής και του θεάτρου- και έδιναν μια διέξοδο ψυχαγωγίας στους κατοίκους της περιοχής τους. Πόσο επέδρασε η κρίση στα φεστιβάλ ανά τη χώρα; Τι γίνεται τώρα που το κρατικό χρήμα σταμάτησε να ρέει; Σημερινοί συνδαιτυμόνες μας δύο άνθρωποι που χρόνια καταπιάνονται με περιφερειακά Φεστιβάλ. Ο πιανίστας Γιάννης Βακαρέλης και ο στιχουργός και εκδότης Παρασκευάς Καρασούλος, που μέχρι πέρυσι ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής στο Φεστιβάλ Υμηττού. Φέτος έπεσε θύμα του... Καλλικράτη. Εμπειροι άνθρωποι και οι δύο, με πολύχρονη θητεία στο πολιτιστικό γίγνεσθαι. Βρεθήκαμε λίγο μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, και ακριβώς την ημέρα που ανακοινώθηκαν τα πρόσωπα της νέας κυβέρνησης.

Π. Κ.: Το κυρίαρχο στον πολιτισμό είναι ότι δεν υπήρχε ποτέ άξονας, γραμμή και άποψη στο τι γίνεται, ποιοι θεσμοί στήνονται και πώς πάει παραπέρα αυτό. Προσπάθησα να διαβάσω τα προγράμματα όλων των πολιτικών κομμάτων για τον πολιτισμό. Ηταν ένα ανέκδοτο. Σε μια χώρα όπου δεν υπάρχουν θεσμοί, δεν υπάρχει πρόθεση να υπερασπιστείς θεσμούς, να στήσεις υποδομές, είναι αυτονόητο ότι όλα δουλεύουν στην τύχη. Και σ’ αυτή την περίπτωση θα προκύψουν και δυσάρεστες καταστάσεις. Τώρα εισπράττουμε τα επίχειρα αυτής της ιστορίας.

– Τι έφερε αυτή η τυχαιότητα;

Π. Κ.: Φωτεινές μονάδες και εξαιρέσεις, οι οποίες δούλεψαν φιλόπονα και ακούραστα στο να δημιουργήσουν θεσμούς, που κάθε φορά ήταν ευάλωτοι στην πολιτική βούληση, και, βεβαίως, δημιούργησε ένα τεράστιο κενό, που τώρα φαίνεται το έλλειμμά του, γιατί τώρα που η κοινωνία έχει ανάγκη την κοινωνική συνοχή και να υπάρξει το πρόσωπό της όσο γίνεται πιο καθαρό, και να προτάξει την ιδιοπροσωπία της στον διάλογο με την Ευρώπη, φαίνεται έντονα αυτό το κενό.

Γ. Β.: Συμφωνώ και μένω λίγο παραπάνω στις φωτεινές εξαιρέσεις. Μέγαρο Μουσικής, Φεστιβάλ Αθηνών με Γιώργο Λούκο, Στέγη Γραμμάτων, Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας... Αναφέρομαι σε θεσμούς που συνεχίζουν να είναι εν ζωή και πολύ ωραία ζωή. Συμφωνώ ότι δεν υπήρξε ποτέ μια γραμμή πολιτισμού από την πολιτεία, αλλά νομίζω ότι είναι στα αναμενόμενα της όλης κατάστασης. Δηλαδή, πού υπήρχε γραμμή; Είχαμε στον τουρισμό, στις εξαγωγές, στην οικολογία; Πουθενά. Γι’ αυτό ας είμαστε, στις μέρες μας, κάπως ευχαριστημένοι μ’ αυτές τις φωτεινές εξαιρέσεις που στο κάτω κάτω άφησαν κι ένα μεγάλο στίγμα.

– Και ποιες είναι οι δυσάρεστες εμπειρίες αυτής της διαδρομής; Πόσες δυσκολίες συνάντησε ο καθένας από σας θέλοντας να κάνει κάτι σοβαρό;

Γ. Β.: Προσπαθώ σαν άνθρωπος να είμαι αισιόδοξος, γιατί μέσα μου είμαι απαισιόδοξος. Τριάντα χρόνια πριν, τα πράγματα στην Ελλάδα ήταν σχεδόν εξαιρετικά. Παρ’ όλα αυτά όσα γίνονταν ή ήταν ημίμετρα ή ήταν στραβοφτιαγμένα ή δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Αλλά συνεχίζω να πιστεύω ότι εξαρτάται από 5-10 ανθρώπους αν θα τραβήξουν το καράβι μπροστά. Δεν θέλω να σηκώσω τα χέρια με τίποτα. Δηλαδή ένα Φεστιβάλ σαν το Ναύπλιο, στα 21 χρόνια, αντιμετώπισε ασφαλώς δυσκολίες, που κανονικά θα έπρεπε να με είχαν διαλύσει. Ζούληξα το μυαλό μου. Τι μπορεί να κάνει κανείς; Πήραμε μια μικρή βοήθεια από τον Δήμο, που καλύπτει τις βασικές μας ανάγκες, έξοδα διαφήμισης, ενοικίαση οργάνων, φιλοξενία καλλιτεχνών. Το δεύτερο βήμα που έκανα ήταν να μιλήσω με τους καλλιτέχνες. Οι περισσότεροι έρχονται μόνο με πληρωμένα τα έξοδά τους. Μια δεύτερη αναστολή που είχα για φέτος, είναι πώς σε μία χώρα που περνάει αυτό το μαρτύριο, πώς μπορεί κάποιος να ασχολείται με τη διοργάνωση κλασικών συναυλιών; Σκέφτηκα και ξανασκέφτηκα και όπως οι καλλιτέχνες έδειξαν μια μεγαλοσύνη ψυχής, αυτή τη μεγαλοσύνη δείχνει και η τέχνη. Παρ’ όλα τα προβλήματα, αν για δύο ώρες κάποιος μπορέσει να ονειρευτεί και να ξεχάσει τα προβλήματά του είναι πολύ σημαντικό.

Πενταπλός ρόλος

– Και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δελφών έτσι κινήθηκε. Ομως δεν έκαναν όλοι τις ίδιες κινήσεις προσαρμογής...

Π. Κ.: Θ’ αρχίσω από το γενικό για να πάω στο ειδικό. Ο ρόλος ενός φεστιβάλ είναι πενταπλός. Είναι ψυχαγωγικός, με την έννοια της φροντίδας για μια συλλογική ανάταση, είναι εκπαιδευτικός, με την έννοια της διαμόρφωσης ενός κριτηρίου αισθητικής, είναι παρεμβατικός, είναι επικοινωνιακός με την έννοια της προβολής κάθε πόλης και της ταυτότητάς της προς τα έξω και είναι και κοινωνικός, με έμφαση -όπως πολύ ωραία το περιέγραψε ο κ. Βακαρέλης- στην κοινωνική συνοχή. Ενα φεστιβάλ αποτελεί μια στιγμή τέτοιας εμπειρίας, γι’ αυτό είναι πολύτιμο. Αυτούς τους πέντε παράγοντες η πολιτεία ποτέ δεν τους αξιολόγησε. Αρα ο καθένας που αναλάμβανε διευθυντής σε μια τέτοια ιστορία ήταν έρμαιο χιλιάδων παραμέτρων και παραγόντων. Γιατί το αιτούμενο από ένα φεστιβάλ δεν είναι να δημιουργήσει μία πιάτσα ακόμα, αλλά τις δικές του παραγωγές και τη δική του ταυτότητα. Αυτό που κάνει το Ναύπλιο, η Καλαμάτα, η Αίγινα, το Φεστιβάλ Αθηνών. Για να προχωρήσει έτσι ένας οργανισμός, θέλει αγάπη, φροντίδα, και κυρίως όραμα. Και δεν αρκεί το όραμα του καλλιτεχνικού διευθυντή πάντα. Χρειάζεται την υποστήριξη του δήμου, των πολιτών, του καλλιτεχνικού δυναμικού. Δεν είναι πάντα εύκολα όλα αυτά. Ολοι όσοι έχουν διατελέσει καλλιτεχνικοί διευθυντές έχουν βγάλει πολλές φορές από το συρτάρι την παραίτησή τους.

Τα φεστιβάλ μπορούν να γίνουν εστίες οικονομικής ανάπτυξης

Οι δύο προσκεκλημένοι της «Κ» ανακαλύπτουν πολλά κοινά στην πορεία της συζήτησης. Η συζήτηση επανέρχεται στην ενοποίηση των φεστιβάλ Βύρωνα και Υμηττού, ως ένα ιδιαίτερο δείγμα πολιτιστικής δραστηριότητας σε καιρούς κρίσης.

Π. Κ.: Παρότι το φεστιβάλ Υμηττού «αποχώρησε» μ’ έναν τρόπο, άφησε παρακαταθήκες πάρα πολύ ισχυρές στους κατοίκους. Το αίτημα της εξωστρέφειας και της συλλογικότητας διοχετεύτηκε απλώς μέσα από άλλους φορείς. Εκεί φαίνεται η δουλειά που γίνεται που παρότι είναι αργή δείχνει να καρποφορεί. Οσα φεστιβάλ έγιναν με κέφι, με κουράγιο, ενάντια στις διαιρέσεις, ενάντια στις συνθήκες και είχαν όραμα και στρατηγική, άφησαν πίσω τους κληρονομιά. Φαίνεται στις πόλεις. Διαμόρφωσαν δηλαδή συλλογικότητα και συλλογικό αίτημα. Το Ναύπλιο είναι μία από τις πόλεις που το αποδεικνύει.

Γ. Β. Πώς διαβλέπετε το μέλλον, έχοντας διαμορφώσει αυτή την πολύ ωραία μαγιά;

Π. Κ. Στον Υμηττό ήμασταν τυχεροί. Είχαμε διαμορφώσει δομές και όλα περνούν μέσα από τον Φιλοπρόοδο Ομιλο Υμηττού, τον ΦΟΥ. Ηδη, ετοιμάζουμε ένα πάρα πολύ μεγάλο συνέδριο με την Ακαδημία Αθηνών για τα 90 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης, και οργανώνουμε πολλές εκδηλώσεις. Στην πραγματικότητα συνεχίζουμε με ένα άλλο προφίλ.

– Στο Ναύπλιο τι έχει αφήσει αυτός ο θεσμός εδώ και 20 χρόνια;

Γ. Β. Εχει αφήσει ένα πάρα πολύ πιστό κοινό, που το αγαπάει. Σε περιόδους κρίσης, με πιο έντονη την τωρινή, τηλεφωνούσε κόσμος και μου έλεγε: «Μη μου πείτε ότι δεν θα γίνει!». Ο κόσμος έχει μπολιαστεί με το μικρόβιο της ποιότητας και μας δείχνει τυφλή εμπιστοσύνη σε ό,τι του προτείνουμε. Και αυτό, το να κερδίσεις την εμπιστοσύνη του κόσμου, είναι από τα πιο σημαντικά κέρδη στη διοργάνωση ενός φεστιβάλ, αλλά και στη ζωή.

– Αυτή τη χρονιά, ο κόσμος θα λειτουργήσει όπως άλλοτε με τα φεστιβάλ της περιφέρειας; Δεν θα σκεφτεί δύο και τρεις φορές πριν ξεκινήσει; Πώς θα το αντιμετωπίσετε;

Γ. Β. Πιστεύω πως ναι, αλλά θα το δούμε στις εκδηλώσεις, είτε πρόκειται για το Ναύπλιο, είτε για την Επίδαυρο, είτε για την Καλαμάτα. Είμαστε στην καρδιά της κρίσης. Ισως οι μακρινοί που δεν θα έλθουν να αναπληρωθούν από τους ντόπιους. Αν και, πολλές φορές νομίζω, ειδικά σε τέτοιες περιπτώσεις, ο άνθρωπος θέλει περισσότερο να ξεφύγει...

Π. Κ. Δεν νομίζω ότι θα είναι τόσο φανερό το πρόβλημα όσο φοβόμαστε. Αν υπάρχει κάμψη, θα είναι περισσότερο λόγω κόπωσης κάποιου θεσμού. Οι Ελληνες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του καλοκαιριού τις θεωρούν κομμάτι της ζωής τους...

Γ. Β.: Είναι λίγο σαν τα μπάνια του λαού!

Π. Κ.: Νομίζω ότι τα φεστιβάλ θα μπορούσαν να αποδειχθούν πολύτιμες εστίες, όχι μόνο πολιτιστικής ανάπτυξης, αλλά και οικονομικής ανάπτυξης. Σκέφτομαι τις εξειδικευμένες πολιτιστικές διοργανώσεις, σε απομακρυσμένες περιοχές. Σκέφτομαι τη δουλειά που έχει κάνει χρόνια τώρα ο Γιώργος Ανδρέου στο Φεστιβάλ της Αστυπάλαιας. Τέτοιες πρωτοβουλίες είναι όχι μόνο επιθυμητές, αλλά απαραίτητες.

– Με ποιες τονωτικές κινήσεις μπορούμε να διασώσουμε κάποιες τέτοιες εστίες πολιτισμού λοιπόν, για τους λόγους που έχετε και οι δύο τονίσει;

Γ. Β.: Νομίζω ότι το πιο βασικό είναι να έχει κανείς μια προσαρμοστικότητα. Αυτή τη στιγμή περνάμε την κρίση του ’12. Δεν πιστεύω ότι το ’13 θα χρησιμοποιήσουμε τα ίδια όπλα. Πρέπει να προσαρμοστούμε, γιατί το ’13 μπορεί να καλύτερο, αλλά μπορεί και χειρότερο. Με τους καλλιτέχνες υπάρχει ήδη συνεννόηση. Αλλά κι εμένα όταν με προσκαλούν ως καλλιτέχνη, παίρνω υπόψη μου τις οικονομικές δυσκολίες της κάθε διοργάνωσης.

Π. Κ.: Ηρθε ο καιρός, το έχει αναδείξει η συγκυρία, οι άνθρωποι του πολιτισμού να συζητήσουν σοβαρά τη διατύπωση μιας Χάρτας επί θεμάτων αξιακών, θεσμικών και οραματικών. Και σκεφτόμουν να υπάρχει κι ένα Πολιτιστικό Παρατηρητήριο ώστε να μη νιώθει κανείς μόνος. Γιατί τα προβλήματα είναι πολλά, παντού.

Γ. Β.: Συμφωνώ ότι κάτι τέτοιο θα ήταν ευχής έργον, απλώς κρατάω μικρό καλάθι διότι ξέρω ότι δεν μας αρέσει να συζητάμε και να δεχόμαστε τις απόψεις άλλων. Ομως σαν ιδέα μ’ αρέσει πάρα πολύ και μακάρι να μπορούσε να δουλέψει.

Π. Κ.: Είναι καθήκον και ευθύνη μας να υπερασπιστούμε όσα υπάρχουν και να αναπτύξουμε όσα δεν έγιναν μέχρι τώρα. Αλλιώς θα συνεχίσουμε να μετράμε απώλειες... Οταν δουλεύουμε χωρίς όραμα, χωρίς στρατηγική και χωρίς θεσμικό περιβάλλον, δουλεύουν μόνο οι εξαιρέσεις!

Γ. Β.: Ετσι δουλεύει όλη η Ελλάδα, όχι μόνο ο πολιτισμός.

Η συνάντηση

Παρότι ήταν ένα ζεστό μεσημέρι, η ταράτσα του «Αττικός Greek House», στην Ακρόπολη, αποζημίωνε. Παραγγείλαμε ανάμεικτη σαλάτα, ντολμαδάκια, μελιτζανοκροκέτες, σοφρίτο και μπάμιες. Τα συνοδεύσαμε με μπίρα. Το γεύμα επέμεινε να κεράσει η οικοδέσποινα, η φιλόξενη κυρία Μίνα.

Oι σταθμοί του πιανίστα Γιάννη Βακαρέλης

1950

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.

1979

Κατακτά το πρώτο βραβείο στον Διεθνή Διαγωνισμό Πιάνου «Βασίλισσα Σοφία» στη Μαδρίτη.

1992

Αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ναυπλίου, από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα.

2002

Τιμάται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το παράσημο του Χρυσού Φοίνικα.

2012

Τον ερχόμενο Οκτωβριο θα εμφανιστεί για πρώτη φορά στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης.

Oι σταθμοί του στιχουργού Παρασκευά Καρασούλου

1962

Γεννιέται στην Αθήνα.

1987

Εκδίδεται η πρώτη του δισκογραφική δουλειά (Το Μαγικό κλειδί).

1996

Με τη συμμετοχή του Ανδρέα Γεωργιάδη και της Παρασκευής Γερολυμάτου ιδρύει την καλλιτεχνική εταιρεία «Μικρή Αρκτος».

2000

Εκδίδονται τα πρώτα του ποιητικά βιβλία

2004

Εκδίδει το πρώτο ηλεκτρονικό πολιτιστικό περιοδικό hridanos.gr.

2007

Αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Υμηττού, έως το 2009.

Ποιοι μας τιμούν και που...