Γράφει ο Χρήστος Πασαλάρης
ΚΑΤΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟ καθήκον επετειακό θα είναι το σημερινό άρθρο, καθώς υπόδουλοι και πάλι, όχι όμως «γκιαούρηδες», γιορτάζουμε (όπως τα γιορτάζουμε) τα 191 χρόνια από την επανάσταση του «21». Θα μείνω λοιπόν σε ένα νεανικό περιστατικό που το θυμάμαι με νοσταλγία...
ΤΕΤΟΙΑ ΜΕΡΑ, στις 25 Μαρτίου του 1942, μαθητής του Α’ Γυμνασίου της Πλάκας, καλούσα με τη χειρόγραφη εφημερίδα μου τους συμμαθητές να διαδηλώσουμε στην πλατεία Συντάγματος ενάντια στην ξένη κατοχή και να στεφανώσουμε τους «Φιλικούς» στο Κολωνάκι.
ΜΑΖΕΥΤΗΚΑΜΕ καμιά διακοσαριά αγόρια, αλλά θέλαμε και τα κορίτσια. Κυκλώσαμε το γυμνάσιο Θηλέων που ήταν απέναντι, καλέσαμε τις μαθήτριες να έλθουν μαζί μας, εκείνες όμως φοβήθηκαν τις δασκάλες τους και δεν έβγαιναν. Τότε ένας δικός μας σκαρφάλωσε στο παράθυρο και τους έριξε δύο ποντικούς που είχε παγιδεύσει από την αποθήκη των συσσιτίων. Εκείνες πετάχτηκαν έξω και -θέλοντας και μη- ήλθαν μαζί μας...
ΠΗΓΑΜΕ τραγουδώντας στην πλατεία Συντάγματος, στήσαμε χορό, χαλάσαμε τον κόσμο με τις φωνές, ώσπου φάνηκε ξαφνικά το ιταλικό ιππικό με τον ίλαρχο καραμπινιέρο να διατάσσει «πυρ» και τους φρατέλλους του να μας πυροβολούν. Σκορπίσαμε στους πέντε δρόμους, αλλά του λόγου μου δεν πρόλαβα και ένας ιππέας με βούτηξε από τον λαιμό και σηκωτό με πήγε στο «Κομμάντο Πιάτσα» που ήταν στην οδό Στάδιου, απέναντι από το «Αττικόν». Εκεί ένας αξιωματικός βιαζόταν να με τυλίξει για το στρατοδικείο. Πριν όμως το πράξει, πήρε στο τηλέφωνο τον γυμνασιάρχη μου...
ΕΔΩ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ: Λίγες μέρες πριν μας είχε έλθει η πληροφορία ότι ο γυμνασιάρχης μας ήταν, λέει, άνθρωπος των Γερμανών και έπρεπε να του δώσουμε ένα γερό μάθημα. Συνεννοηθήκαμε με τους μαθητές του 5ου γυμνασίου που επικεφαλής τους ήταν ο μετέπειτα σπουδαίος αγωνιστής Κώστας Μανωλκίδης. Ορίσαμε τη μέρα, στήσαμε καρτέρι στην οδό Αγίας Φιλοθέης, έξω από την Αρχιεπισκοπή, και μόλις εμφανίστηκε ο γυμνασιάρχης με τη ρεπούμπλικα στο κεφάλι και με τη σάκα στο χέρι τον κυκλώσαμε, του χώσαμε το καπέλο ώς το σαγόνι, να μη βλέπει (αν και με είχε υποπτευθεί, λόγω εφημερίδας) και του ρίξαμε... παρά μία τεσσαράκοντα...
ΕΔΩ ΚΛΕΙΝΕΙ η παρένθεση και ξαναγυρνάμε στο τηλεφώνημα του Ιταλού ανακριτή προς τον γυμνασιάρχη:
- Κύριε γυμνασιάρχα, κρατάμε εδώ έναν μαθητή σας (είπε το όνομά μου) που τον πιάσαμε στο Σύνταγμα μαζί με διαδηλωτές. Τι ξέρετε γι’ αυτόν;
(Ωχ, μανούλα μου, είπα μέσα μου, θα με κάψει ο Μπομπός!..)
Και τότε άκουσα τη φωνή του να λέει στον ανακριτή:
- Προς Θεού, κύριε, μην το πειράξετε το παιδί, είναι άριστος μαθητής, εγγυώμαι εγώ γι’ αυτόν! Αφήστε τον, παρακαλώ!..
(Επεσα από τα σύννεφα, αλλά μυαλό δεν έβαλα)
Ο ΙΤΑΛΟΣ με απέλυσε, αλλά το ίδιο βράδυ συνεννοηθήκαμε τρεις μαθητές να βάψουμε τους τοίχους του γυμνασίου με συνθήματα. Ο ένας όμως που θα κρατούσε «τσίλιες» δεν ήλθε. Ανέβηκα εγώ στους ώμους του δεύτερου, ώστε να βάψουμε ψηλά, να μην τα σβήσει ο κυρ Σωτήρης ο επιστάτης. Καθώς έγραφα τη φράση «Εξω οι κατακτητές από την Ελλάδα», ακριβώς στη γωνία του σχολείου εμφανίστηκαν δύο Ιταλοί καραμπινιέροι. Ξαφνιάστηκαν που μας αντίκρισαν και με το στόμα ορθάνοιχτο άρχισαν να ξεκρεμούν τις αραβίδες τους. Η αντίδρασή μας ήταν ανακλαστική: Ο ένας Ιταλός βρέθηκε λουσμένος με την μπλε μπογιά και ο άλλος με το πινέλο χωμένο στο στόμα του ώς το λαιμό. Επωφεληθήκαμε από την αμηχανία τους και το βάλαμε στα πόδια... Ο Ψαθάς έγραψε αργότερα το περιστατικό στο βιβλίο του «Αντίσταση».
• ΠΟΙΟΣ ΝΑ ΗΞΕΡΕ τότε (γράφω στο βιβλίο μου «Οι βαρώνοι των media») ότι τις ίδιες εκείνες μέρες έγραφαν στους τοίχους, φώναζαν με το χωνί και μοίραζαν προκηρύξεις ποιοι νομίζετε; Ο Αλαφούζος στο Πολυτεχνείο, ο Βαρδινογιάννης στην Κρήτη, ο Μπόμπολας στην Καστέλα, ο Τεγόπουλος στη Λάρισα, ο Σαραντόπουλος στο Παγκράτι, ο Μάστορας στα Εξάρχεια, όλοι αυτοί που υπονοούνται με την αξιομνημόνευτη ρήση του Τσώρτσιλ: «Αλίμονο στον νέο που δεν πέρασε στα νιάτα του από την Αριστερά, αλλά τρις αλίμονο σε εκείνον που πέρασε και έμεινε»!..
ΙΣΩΣ ΟΜΩΣ την ώρα που τα διαβάζετε εσείς όλα αυτά, κάποιοι νέοι με γενναία ψυχή «μαγειρεύουν» τις ίδιες και ακόμη πιο τολμηρές πράξεις αντίστασης... Η πατρίδα το χρειάζεται!..
ΚΑΤΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟ καθήκον επετειακό θα είναι το σημερινό άρθρο, καθώς υπόδουλοι και πάλι, όχι όμως «γκιαούρηδες», γιορτάζουμε (όπως τα γιορτάζουμε) τα 191 χρόνια από την επανάσταση του «21». Θα μείνω λοιπόν σε ένα νεανικό περιστατικό που το θυμάμαι με νοσταλγία...
ΤΕΤΟΙΑ ΜΕΡΑ, στις 25 Μαρτίου του 1942, μαθητής του Α’ Γυμνασίου της Πλάκας, καλούσα με τη χειρόγραφη εφημερίδα μου τους συμμαθητές να διαδηλώσουμε στην πλατεία Συντάγματος ενάντια στην ξένη κατοχή και να στεφανώσουμε τους «Φιλικούς» στο Κολωνάκι.
ΜΑΖΕΥΤΗΚΑΜΕ καμιά διακοσαριά αγόρια, αλλά θέλαμε και τα κορίτσια. Κυκλώσαμε το γυμνάσιο Θηλέων που ήταν απέναντι, καλέσαμε τις μαθήτριες να έλθουν μαζί μας, εκείνες όμως φοβήθηκαν τις δασκάλες τους και δεν έβγαιναν. Τότε ένας δικός μας σκαρφάλωσε στο παράθυρο και τους έριξε δύο ποντικούς που είχε παγιδεύσει από την αποθήκη των συσσιτίων. Εκείνες πετάχτηκαν έξω και -θέλοντας και μη- ήλθαν μαζί μας...
ΠΗΓΑΜΕ τραγουδώντας στην πλατεία Συντάγματος, στήσαμε χορό, χαλάσαμε τον κόσμο με τις φωνές, ώσπου φάνηκε ξαφνικά το ιταλικό ιππικό με τον ίλαρχο καραμπινιέρο να διατάσσει «πυρ» και τους φρατέλλους του να μας πυροβολούν. Σκορπίσαμε στους πέντε δρόμους, αλλά του λόγου μου δεν πρόλαβα και ένας ιππέας με βούτηξε από τον λαιμό και σηκωτό με πήγε στο «Κομμάντο Πιάτσα» που ήταν στην οδό Στάδιου, απέναντι από το «Αττικόν». Εκεί ένας αξιωματικός βιαζόταν να με τυλίξει για το στρατοδικείο. Πριν όμως το πράξει, πήρε στο τηλέφωνο τον γυμνασιάρχη μου...
ΕΔΩ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ: Λίγες μέρες πριν μας είχε έλθει η πληροφορία ότι ο γυμνασιάρχης μας ήταν, λέει, άνθρωπος των Γερμανών και έπρεπε να του δώσουμε ένα γερό μάθημα. Συνεννοηθήκαμε με τους μαθητές του 5ου γυμνασίου που επικεφαλής τους ήταν ο μετέπειτα σπουδαίος αγωνιστής Κώστας Μανωλκίδης. Ορίσαμε τη μέρα, στήσαμε καρτέρι στην οδό Αγίας Φιλοθέης, έξω από την Αρχιεπισκοπή, και μόλις εμφανίστηκε ο γυμνασιάρχης με τη ρεπούμπλικα στο κεφάλι και με τη σάκα στο χέρι τον κυκλώσαμε, του χώσαμε το καπέλο ώς το σαγόνι, να μη βλέπει (αν και με είχε υποπτευθεί, λόγω εφημερίδας) και του ρίξαμε... παρά μία τεσσαράκοντα...
ΕΔΩ ΚΛΕΙΝΕΙ η παρένθεση και ξαναγυρνάμε στο τηλεφώνημα του Ιταλού ανακριτή προς τον γυμνασιάρχη:
- Κύριε γυμνασιάρχα, κρατάμε εδώ έναν μαθητή σας (είπε το όνομά μου) που τον πιάσαμε στο Σύνταγμα μαζί με διαδηλωτές. Τι ξέρετε γι’ αυτόν;
(Ωχ, μανούλα μου, είπα μέσα μου, θα με κάψει ο Μπομπός!..)
Και τότε άκουσα τη φωνή του να λέει στον ανακριτή:
- Προς Θεού, κύριε, μην το πειράξετε το παιδί, είναι άριστος μαθητής, εγγυώμαι εγώ γι’ αυτόν! Αφήστε τον, παρακαλώ!..
(Επεσα από τα σύννεφα, αλλά μυαλό δεν έβαλα)
Ο ΙΤΑΛΟΣ με απέλυσε, αλλά το ίδιο βράδυ συνεννοηθήκαμε τρεις μαθητές να βάψουμε τους τοίχους του γυμνασίου με συνθήματα. Ο ένας όμως που θα κρατούσε «τσίλιες» δεν ήλθε. Ανέβηκα εγώ στους ώμους του δεύτερου, ώστε να βάψουμε ψηλά, να μην τα σβήσει ο κυρ Σωτήρης ο επιστάτης. Καθώς έγραφα τη φράση «Εξω οι κατακτητές από την Ελλάδα», ακριβώς στη γωνία του σχολείου εμφανίστηκαν δύο Ιταλοί καραμπινιέροι. Ξαφνιάστηκαν που μας αντίκρισαν και με το στόμα ορθάνοιχτο άρχισαν να ξεκρεμούν τις αραβίδες τους. Η αντίδρασή μας ήταν ανακλαστική: Ο ένας Ιταλός βρέθηκε λουσμένος με την μπλε μπογιά και ο άλλος με το πινέλο χωμένο στο στόμα του ώς το λαιμό. Επωφεληθήκαμε από την αμηχανία τους και το βάλαμε στα πόδια... Ο Ψαθάς έγραψε αργότερα το περιστατικό στο βιβλίο του «Αντίσταση».
• ΠΟΙΟΣ ΝΑ ΗΞΕΡΕ τότε (γράφω στο βιβλίο μου «Οι βαρώνοι των media») ότι τις ίδιες εκείνες μέρες έγραφαν στους τοίχους, φώναζαν με το χωνί και μοίραζαν προκηρύξεις ποιοι νομίζετε; Ο Αλαφούζος στο Πολυτεχνείο, ο Βαρδινογιάννης στην Κρήτη, ο Μπόμπολας στην Καστέλα, ο Τεγόπουλος στη Λάρισα, ο Σαραντόπουλος στο Παγκράτι, ο Μάστορας στα Εξάρχεια, όλοι αυτοί που υπονοούνται με την αξιομνημόνευτη ρήση του Τσώρτσιλ: «Αλίμονο στον νέο που δεν πέρασε στα νιάτα του από την Αριστερά, αλλά τρις αλίμονο σε εκείνον που πέρασε και έμεινε»!..
ΙΣΩΣ ΟΜΩΣ την ώρα που τα διαβάζετε εσείς όλα αυτά, κάποιοι νέοι με γενναία ψυχή «μαγειρεύουν» τις ίδιες και ακόμη πιο τολμηρές πράξεις αντίστασης... Η πατρίδα το χρειάζεται!..
Πηγή : real.gr