Στη δημοκρατία υπάρχουν αδιέξοδα. Και στενωποί. Και κλεισούρες επικίνδυνες. Δεν είναι αιώνια και δεν είναι οριστικά, αλλά μπορεί να διαρκέσουν πολύ και να σκορπίσουν σύγχυση και πόνο όσο διαρκούν. Από τέτοια στενά περνάει αυτό τον καιρό η ελληνική κοινωνία και η δημοκρατία μαζί της: από τα στενά πολλαπλών δοκιμασιών και βασάνων.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές, την περασμένη Κυριακή και την αυριανή, κατέγραψαν και θα καταγράψουν το θραυσμένο, κερματισμένο, ρευστό τοπίο: πολιτικές συμπεριφορές απρόβλεπτες, συμμαχίες ανήκουστες, προ πάντων πηχτή αδιαφορία για την πολιτική, τουλάχιστον έτσι όπως τελείται η πολιτική σήμερα.
Τη δεύτερη Κυριακή η ψήφος είναι πιεσμένη. Ο εκλογέας δεν έχει πια την πολυτέλεια των πολλών επιλογών, συχνότατα βρίσκεται ενώπιον διλήμματος εκβιαστικού, καλείται να ψηφίσει άρχοντες που δεν τους επέλεξε στον πρώτο γύρο. Καλείται να ψηφίσει το λιγότερο κακό, αυτό που βρίσκεται λιγότερο μακριά από τις προτιμήσεις του. Αυτό το στρίμωγμα του μη χείρονος συχνά καταλήγει στην αποχή, όπως συνέβη την περασμένη Κυριακή.
Τούτη την Κυριακή όμως, σε πολλές πόλεις, και ιδίως στην Αθήνα της προσωπικής μας εμπειρίας, το δίλημμα πρέπει να απαντηθεί όχι με όρους ιδεολογικής συγγένειας ή αισθητικής, αλλά με όρους επιβίωσης της ίδιας της πόλης, της γειτονιάς, της πολυκατοικίας, του σπιτικού. Η Αθήνα, ας πούμε, ποτέ δεν είχε φτάσει σε τέτοια άθλια κατάσταση, ποτέ κανείς δεν φαντάστηκε ότι το κέντρο θα πάρει χαρακτήρα γκέτο και slum.
Οι απογοητευμένοι ή και απεγνωσμένοι κάτοικοι του Δήμου Αθηναίων οφείλουν να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί και να δράσουν. Να απαιτήσουν από τη δημοτική αρχή, να βοηθήσουν τη δημοτική αρχή, να συνεργαστούν, να υποδείξουν, να εμπνεύσουν και να εμπνευστούν. Και να τιμωρήσουν: τους δημοτικούς άρχοντες που τους αγνόησαν και τους περιφρόνησαν, που άφησαν την πόλη βρώμικη και ανυπεράσπιστη, ανοίκεια. Και ίσως να δοκιμάσουν κάτι άλλο, μια άλλη αρχή, όχι ιδιαίτερα υποσχόμενη, ασθενή, μπορεί και καιροσκοπική, αλλά τουλάχιστον άλλη· να αφήσουν ανοιχτό το ενδεχόμενο, τη δυνατότητα. Και βλέπουμε.